Ἁγία Μαριάμνη ἡ Ἰσαπόστολος ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου Φιλίππου τοῦ Ἀποστόλου (17 Φεβρουαρίου)
Ἁγία παρθένος Μαριάμνη καταγόταν ἀπό τήν Βηθσαϊδᾶ τῆς Γαλιλαίας, τήν πατρίδα καί τῶν ἀποστόλων Ἀνδρέου καί Πέτρου. Ἀπό τούς εὐλαβείς καί ἐνάρετους γονεῖς της κληρονόμησε τόσο αὐτή, ὅσο καί ὁ ἀδελφός της Φίλιππος τόν πλοῦτο τῆς εὐσέβειάς των. Μετά τήν κλήση μάλιστα τοῦ ἀδελφοῦ της στό ἀποστολικό ἀξίωμα, ὁλόκληρη ἡ οἰκογένεια ἄρχισε νά ζεῖ ἐντονότερα τόν πόθο τῆς σωτηρίας. Ἡ διδασκαλία τοῦ Κυρίου τήν ὁποία παρακολουθοῦσε ὅσες φορές μποροῦσε, βοήθησε τήν εὐλαβή κόρη ἀπό τά πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς της νά προσηλωθεῖ στοῦ Θεοῦ τό θέλημα καί αὐτό νά κάμει βίωμα καί ζωή της. Ἡ ἰδιαίτερη πρός τόν Κύριο ἀγάπη της, τήν ἔσπρωξε μέ ἐπιμονή νά ἀρνηθεῖ πολλές προτάσεις γάμου καί νά προτιμήσει ἐλεύθερη ἀπό οἰκογενειακές ὑποχρεώσεις, νά ἀκολουθήσει τόν ἀδελφό της στήν ἱεραποστολική του προσπάθεια καί πορεία.
Μετά τήν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὁ ἀδελφός τῆς Ἁγίας, Φίλιππος, ὅπως καί οἱ ἄλλοι ἀπόστολοι, ξεκίνησε γιά νά μεταφέρει καί αὐτός τό μήνυμα τῆς σωτηρίας ἐκεῖ ὅπου ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ τόν εἶχε καλέσει. Μέ πίστη καί πυρωμένη καρδιά ὁ πνευματέμφορος αὐτός ἐργάτης τῆς νέας πίστεως, συνοδευόμενος πάντα ἀπό τόν φίλο του Βαρθολομαῖο καί τήν ἀδελφή του Μαριάμνη προχώρησε γιά νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ σέ διάφορες πόλεις καί ἐπαρχίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μέ ὅπλο της τόν ἔνθεο ζῆλο καί τή φλογερή ἀγάπη καί αὐταπάρνηση ἀκολουθεῖ καί ἡ ἁγνή παρθένος Μαριάμνη τούς δύο Ἀποστόλους στή μακρινή τους πορεία. Μαζί τους μοιράζεται τίς χαρές καί τίς λῦπες τῆς ἱεραποστολῆς, καθώς καί τά πολλά βασανιστήρια ἀπό τή μανία καί τήν ἀγριότητα τῶν εἰδωλολατρῶν.
Παρὰ τὶς δυσκολίες, τὶς ἀφάνταστες δυσκολίες ποὺ συναντοῦσαν ὅπου πήγαιναν, ἡ ἱεραποστολικὴ ὁμάδα κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο τῆς νέας ζωῆς σὲ πολλὲς πόλεις τῆς Λυδίας, Φρυγίας καὶ Παμφυλίας ποὺ εἶναι ἐπαρχίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Μὲ τὰ πολλὰ θαύματα μὲ τὰ ὁποῖα ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ παραχωροῦσε νὰ συνοδεύεται τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, ἡ ἐπιτυχία τῆς ὁμάδος ὑπῆρξε πολὺ μεγάλη. Ἀλλὰ καὶ τὰ μαρτύρια καὶ βασανιστήρια ἀφάνταστα. Σ' αὐτὸ φυσικὰ εἶχε καὶ ἡ ἁγνὴ κόρη τὸ μερίδιό της. Μερίδιο ἀνάλογο τῆς προσφορᾶς της καὶ τοῦ ζήλου της.
Πολλοὶ συνηθίζουν νὰ ἀποκαλοῦν ἀσθενὲς τὸ γυναικεῖο φῦλο. Κι εἶναι τοῦτο μία πραγματικότητα στὶς περιπτώσεις ποὺ ἡ γυναῖκα εἶναι ἀποκομμένη ἀπὸ τὴν πηγὴ τῆς δυνάμεως, τὸν Χριστό. Ὅταν ὅμως αὐτὴ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸν κραταιὰ καὶ παντοδύναμο Δημιουργό, τότε συμβαίνει ὅλως διόλου τὸ ἀντίθετο. Τότε καὶ ἡ λεπτὴ καὶ ἀδύνατη κόρη γίνεται μὲ τὴ μυστικὴ δύναμη ποὺ τῆς χαρίζει Ἐκεῖνος, πανίσχυρη. Τότε ἐξαίσια κατορθώματα βλέπουμε νὰ ἐπιτελοῦνται καὶ ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀσθενεῖς ὀργανισμούς. Κάτι τέτοιο βλέπουμε νὰ γίνεται στὴ ζωὴ καὶ τοὺς ἀγῶνες χιλιάδων νεαρῶν γυναικῶν τοῦ μαρτυρολογίου τῆς Ἐκκλησίας μας. Σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς γυναῖκες εὑρίσκει πλήρη τὴν ἐφαρμογή του ὁ λόγος τοῦ μεγάλου Πατρὸς τῆς Ἐκκλησίας μας τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου, «Οὐδὲν ἰσχυρότερον γυναικὸς εὐλαβοῦς καὶ συνετῆς». Κάτι παρόμοιο βλέπουμε νὰ γίνεται καὶ στὴ ζωὴ τῆς παρθένου Μαριάμνης γιὰ τὴν ὁποίαν ὁμιλοῦμε.
'Ὕστερα ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἔντονης ἐργασίας ἡ εὐλογημένη ὁμάδα τῶν ἱεραποστόλων μας ἔφθασε καὶ στὴν Ἱεράπολη τῆς Φρυγίας. Τὸ κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων συγκέντρωνε κάθε φορὰ πολλοὺς ἀκροατές. Κάθε βράδυ πλήθη ἀπὸ Ἕλληνες ἔτρεχαν νὰ ἀκούσουν τὸ κήρυγμα καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Οἱ λόγοι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ποὺ εἶχε πεῖ στὸν Φίλιππο καὶ τὸν Ἀνδρέα, ὅταν αὐτοὶ τὸν πλησίασαν ἐκεῖ ποὺ δίδασκε καὶ τοῦ ἀνέφεραν ὅτι μερικοὶ Ἕλληνες προσήλυτοι στὸν Ἰουδαϊσμὸ ἤθελαν νὰ Τὸν ἰδοῦν, ἄρχισαν νὰ πραγματοποιοῦνται. «Ἐλήλυθεν ἡ ὥρα, ἵνα δοξασθεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ ἄνθρωπου» (Ἰωάν. ιβ’ 29) εἶχε πεῖ τότε ὁ Κύριος. Ἔφτασε δηλαδὴ ἡ ὁρισμένη ἀπὸ τὸν Θεὸ ὥρα, γιὰ νὰ δοξαστεῖ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου. Νὰ δοξαστεῖ μὲ τὴ σταύρωση καὶ τὴν ἀνάληψή Του καὶ νὰ ἀναγνωριστεῖ ὡς Μεσσίας καὶ Λυτρωτὴς ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες, ποὺ τὴ στιγμὴ ἐκείνη ἀντιπροσώπευαν ὅλο τὸν ἐθνικὸ κόσμο. Εὐλογημένη καὶ μεγάλη ὑπῆρξε ἡ ἡμέρα ἐκείνη.
Εὐλογημένη καὶ μεγάλη, γιατί ὁ ἐρχομὸς τῶν Ἑλλήνων στὴν πίστη τὴν χριστιανική, σήμαινε καὶ προανήγγελλε τὸν θρίαμβο τῆς νέας θρησκείας. Τὸ φούντωμα τοῦ χριστιανισμοῦ στὶς διάφορες πόλεις τῆς Ἑλληνικῆς τότε Μικρᾶς Ἀσίας ἦταν ἑπόμενο νὰ ἐξεγείρει ἐνάντια στοὺς ζηλωτὲς ἐργάτες καὶ διδασκάλους τῆς νέας πίστεως ἄγριο τὸ μῖσος καὶ τὴ μανία τοῦ πονηροῦ. Ἕνα βράδυ λοιπόν, ἐκεῖ ποὺ ὁ ἀπόστολος Φίλιππος μιλοῦσε καὶ τὰ πλήθη τῶν παρευρισκομένων κρεμόντουσαν λὲς ἀπὸ τὰ χείλη του, μερικοὶ φανατικοὶ εἰδωλολάτρες ἅρπαξαν τὸν Φίλιππο καὶ τοὺς συνεργάτες του καὶ ἀφοῦ τοὺς βασάνισαν σκληρὰ τοὺς ὁδήγησαν στοὺς ἄρχοντες. Μία ψευτοδίκη ποὺ ἔγινε ἀμέσως κατέληξε στὴν ἀπόφαση ὁ Φίλιππος νὰ θανατωθεῖ καὶ οἱ ἄλλοι νὰ βασανισθοῦν. Οἱ δήμιοι ποὺ περίμεναν ἅρπαξαν τὸν Ἀπόστολο καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τὸν ἔδεσαν ἀπὸ τοὺς ἀστραγάλους καὶ τὸν κρέμασαν σ’ ἕνα δένδρο μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω. Τὸ ἴδιο ἔκαμαν ἀργότερα καὶ στὸν Βαρθολομαῖο καὶ τὴ Μαριάμνη.
Τὰ πλήθη τῶν εἰδωλολατρῶν μὲ φωνὲς καὶ ὕβρεις παρακολουθοῦν τὸ μαρτύριο τῶν ὑπηρετῶν τοῦ Κυρίου ἐνῷ αὐτοὶ καὶ ἀπὸ τῆς θέσεώς των δὲν παύουν νὰ προσεύχονται καὶ νὰ ἐκζητοῦν ἀπὸ τὸν Πανάγαθο Θεὸ μὲ ὅλη τους τὴν ψυχὴ νὰ τοὺς συγχωρήσει.
Οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος, ἀλλὰ καὶ τιμωρός. Ἐκεῖ ποὺ οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ διασκεδάζουν καὶ χαίρονται μὲ τὸ μαρτύριο τῆς Μαριάμνης καὶ τῶν Ἀποστόλων, ἔξαφνα ἕνας σεισμὸς συντάραξε τὴ γῆ καὶ ἕνας μεγάλος ἀριθμὸς τῶν παρευρισκομένων καταχώσθηκε στὸ βάραθρο ποὺ ἄνοιξε μπροστά τους. Μὲ κλάματα καὶ σπαρακτικὲς φωνὲς ὅσοι εἶχαν μείνει ἔξω ἀπὸ τὸ χάσμα μετανοιωμένοι παρακαλοῦν τοὺς μάρτυρες νὰ τοὺς συγχωρήσουν καὶ νὰ ζητήσουν ἀπὸ τὸν Θεό τους νὰ τοὺς σπλαγχνισθεῖ. Ἐπειδὴ ἡ μετάνοια τους ἦταν εἰλικρινὴς ὁ Πανάγαθος τοὺς σπλαγχνίστηκε καὶ σταμάτησε τὸν σεισμό, τοὺς δὲ καταχωσθέντες ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ βάραθρο. Σ’ αὐτὸ ἔμεινε μόνον ὁ ἀνθύπατος καὶ ἡ γυναῖκα του Ἔχιδνα γιὰ παραδειγματισμὸ ὅλων. Τὴν ἴδια ὥρα μία θαυμαστὴ ὀπτασία ἔδωκε ἀκόμη μία ἀπόδειξη τῆς θείας του δυνάμεως. Μία κλίμακα φάνηκε ἐκεῖ νὰ ἑνώνει τὴ γῆ μὲ τὸν οὐρανό. Αὐτὴ ἦταν ἡ ὁδὸς τῆς σωτηρίας γι’ αὐτούς. Τὰ πλήθη τρομαγμένα ἔτρεξαν καὶ κατέβασαν τὴν Μαριάμνη καὶ τὸν Βαρθολομαῖο ἀπὸ τὸ μέρος ποὺ ἦσαν κρεμασμένοι. Ὁ Φίλιππος συνέχισε νὰ τοὺς διδάσκει καὶ νὰ τοὺς προτρέπει νὰ μετανοήσουν καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Πρὶν προλάβουν νὰ τὸν κατεβάσουν ἡ ἁγία ψυχή του πέταξε στὸν οὐρανό, στὴ χώρα τῆς αἰωνιότητας.
Ὁ ἀπόστολος Βαρθολομαῖος καὶ ἡ Μαριάμνη μὲ σεβασμὸ πῆραν τὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν ραίνοντάς το μὲ τὰ δάκρυα τῆς στοργῆς καὶ τῆς εὐγνωμοσύνης τῶν βαπτισθέντων καὶ τῆς ἰδικῆς των ἀγάπης. Ὁ Βαρθολομαῖος, ἀφοῦ τακτοποίησε τὰ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱεραπόλεως ἐγκατέστησε ἐκεῖ ἐπίσκοπο κάποιο Στάχυ καὶ συνοδευόμενος ἀπὸ τὴ Μαριάμνη προχώρησε πρὸς τὴ Λυκαονία κηρύττοντας τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα μετέβη στὶς Ἰνδίες ὅπου συνέχισε τὸ ἔργο του, καὶ ὅπου εἶχε μαρτυρικὸ τέλος μὲ σταυρικὸ θάνατο. Ἡ Μαριάμνη μετὰ τὴ Λυκαονία ἐπέστρεψε στὴν Παλαιστίνη στὰ μέρη τοῦ Ἰορδάνου ὅπου καὶ κοιμήθηκε εἰρηνικά.
Πηγή: http://www.synaxarion.gr/gr/index.aspx